ραδιοτηλεοπτικός

ραδιοτηλεοπτικός
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή σχετίζεται με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ραδιοτηλεοπτικός — ή, ό, Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ραδιοφωνία και στην τηλεόραση («ραδιοτηλεοπτικό πρόγραμμα») …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκης, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 37 ενοριακοί ναοί. Στην περιφέρειά της λειτουργούν η ανδρική μονή της Αγίας Θεοδώρας (9ος αι.), το ησυχαστήριο των Αγίων Αποστόλων και Ισαποστόλων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”